Valiant - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Valiant - translation to ρωσικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
The Valiant; Valiant (automobile); Valiant automobile; VALIANT; The Valiant (film); Valiant (disambiguation); Valiant cars; Valiant Automobile

valiant         

['væliənt]

прилагательное

общая лексика

храбрый

отважный

доблестный (о человеке)

геройский

героический (о поступке)

храбрый, доблестный (человек)

героический (поступок)

синоним

brave

существительное

['væliənt]

общая лексика

герой

храбрец

храбрый человек

Valiant         

['væljənt]

общая лексика

противолодочная торпедная подводная лодка "Валиант" (первая английская атомная подводная лодка с реактором английского производства. Введена в строй в 1966)

дословная передача

доблестный

valiant         
valiant 1. adj. 1) храбрый, доблестный (человек) 2) героический (поступок) Syn: see brave 2. noun храбрый человек

Ορισμός

valiant
¦ adjective showing courage or determination.
Derivatives
valiantly adverb
Origin
ME: from OFr. vailant, based on L. valere 'be strong'.

Βικιπαίδεια

Valiant
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Valiant
1. "It‘s a valiant effort to do something," he said.
2. His valiant efforts should not go in vain,‘ Bush said.
3. MCCORMACK:'4; No.'4; Good try.'4; A valiant attempt.
4. Means played a valiant David to the Fed‘s Goliath.
5. No flags hang to identify homelands of valiant cheese Olympians.
Μετάφραση του &#39valiant&#39 σε Ρωσικά